Στην εξόρμησή μας στην Σαλαμίνα, "συναντήσαμε" κι ένα μέρος που δεν ήξερα ότι υπήρχε. Το ονόμαζαν "Σπιναλόγκα" του Πειραιά ή "Κολαστήριο του Αργοσαρωνικού".
Είναι απλά η νησίδα του Αγίου Γεωργίου στην είσοδο του λιμανιού της Σαλαμίνας, που από το 1865 λειτουργούσε ως καθαρτήριο για τις λοιμώδεις ασθένειες κι εκεί διέμεναν άνθρωποι που είχαν χολέρα ή άλλες λοιμώδεις κολλητικές νόσους.
Στο ίδιο μέρος επίσης, οδηγούνταν οι άνθρωποι που έρχονταν από επιδημικές περιοχές και έπρεπε να τεθούν σε καραντίνα. Εκεί σταμάτησαν και οι Πόντιοι στην αρχή και στην συνέχεια και οι Μικρασιάτες. Τους υποχρέωναν να παραμείνουν στα απολυμαντήρια για τον έλεγχό τους για πιθανές ασθένειες, για αρκετές ημέρες. Οι συνθήκες διαβίωσης σε αυτά τα μέρη ήταν άθλιες.
Αυτά λοιπόν ήταν πολλά σπιτάκια σε τετράγωνη κατασκευή, χτισμένα από πελεκητές πέτρες λίγο ασβεστωμένες και κεραμοσκεπές που "έμπαζαν" από παντού όταν έβρεχε. Αυτός ο οικισμός λειτούργησε μέχρι το 1947 και μετά από εκεί και ως το 1960 ως ψυχιατρική μονάδα, για τους σχιζοφρενείς. Λεγόταν και "νησί των τρελών". Τώρα έχει περιέλθει στην ιδιοκτησία του Πολεμικού Ναυτικού.
Στο "νησί των τρελών" όπως το αποκαλούσαν και στις δύο περιπτώσεις, από τότε με τους ασθενείς και οδοιπόρους έως αργότερα με τους ψυχασθενείς οι "λογικοί" πολίτες επέβαλαν στους συνανθρώπους τους την απομόνωση.

Τα μυαλά, "φτωχά" όπως ήταν τότε μην ξέροντας κάποιον άλλον τρόπο έβρισκαν κάτι τέτοιο ως τη σωτήρια λύση στο πρόβλημα. Δεν μπορούσαν να βρουν κάτι καλύτερο, αλλά δεν ενδιαφέρονταν κιόλας να ανακαλύψουν μια κατάλληλη λύση για τους αδύναμους αυτούς, ζώντες οργανισμούς. Κι έτσι το μόνο που μπορούσαν να κάνουν ήταν να απομονώσουν το "κακό"! Χωρίς να τους ρωτήσουν. Εκείνοι δεν είχαν καμία γνώμη για το τί θα απογίνει ο εαυτός τους και σε ποια χέρια, ποιας άπονης μοίρας θα κατέληγε η ύπαρξή τους. Δεν είχαν το δικαίωμα!
Εφάρμοσαν την απομόνωση των "προβληματικών" σε ένα κοινό μέρος και κατ' επέκταση την απομόνωση του κάθε ανθρώπου με τον εαυτό του. Δεν πήγα να το δω από κοντά - ενώ θα έπρεπε στην πραγματικότητα - παρά το κοιτούσα από απέναντι. Το έβλεπα και δεν ήξερα αρχικά τί ήταν ακριβώς και τί είχε γίνει εκεί. Μέχρι που με ενημέρωσαν κι ένοιωσα αμέσως την ταύτιση με τη σημερινή εποχή κι άλλους "απομονωμένους" ανθρώπους, που "περνούν" από την κάθε κοινωνία και την κάθε εποχή.
Οι καιροί δεν έχουν αλλάξει τελικά. Η νοοτροπία του ανθρώπου παραμένει η ίδια. Ακόμα κι αν η τεχνολογία έχει εξελιχθεί και μένουμε σε σπίτια χτισμένα με τούβλα και σιδηροκατασκευές, τα μυαλά μας είναι λες κι έχουν μείνει "χτισμένα" μέσα στους τοίχους του πλινθόκτιστου, του πέτρινου παλιού σπιτιού στην άκρη του βουνού. Με την σκεπή να "τρέχει" και το μαρτύριο της σταγόνας να ακούγεται με κρότο, όπως κατακόρυφα "βουτάει" μέσα στην πλαστική λεκάνη που είναι από κάτω. Με πόρτες που "μπάζουν" τον κρύο αγέρα από τις χαραμάδες και από τα ανοίγματα στα πετσικαρισμένα ξύλα. Με παράθυρα που δεν "κουφώνουν" καλά στις κάσες τους και που ο αέρας κουνάει τις κουρτίνες τους στο χορό του "φτωχού"! Έτσι είναι "καλωδιωμένα" τα μυαλά μας σήμερα. Όπως ήταν και τότε, πιο παλιά. Τίποτα δεν έχει αλλάξει. Η "συνδεσμολογία" των οπτικών ινών, είναι καθορισμένη από την γέννηση. Ο "κώδικάς" που έχει γραφεί από την αρχή του σύμπαντος, με ασήμαντες μικρές αλλαγές παραμένει σχεδόν ο ίδιος.
Απομονώνουμε τον διαφορετικό, τον ασθενή, τον ξένο, "πετάμε" ένα σωρό κόσμο έξω από τον κόσμο μας, γιατί δεν είναι κατ' εικόνα και ομοίωση δική μας. Εξοστρακίζουμε κάθε τί που μας "φαίνεται" αλλόκοτο και αλλιώτικο. Μόνο και μόνο για να είμαστε όλοι ίδιοι μέσα στην ασφάλεια της ομοιομορφίας. Για να μην σκεφτόμαστε λίγο παραπάνω και να αφήνουμε τον εαυτό μας να "κοιμάται"! "Κουραζόμαστε" όταν κάνουμε τον κόπο να καταλάβουμε κάτι καινούριο. "Δεν έχουμε χρόνο" να κοιτάξουμε ούτε πέρα από την μύτη μας και να ενδιαφερθούμε για άλλους ανθρώπους. Είμαστε "προγραμματισμένοι" να φροντίζουμε τον εαυτό μας και τη δική του επιβίωση.
Δεν δίνουμε σημασία πως αισθάνονται οι άλλοι και τί γνώμη έχουν για μας όταν περνάμε από μπροστά τους αδιάφοροι και ψυχροί. Μας ενδιαφέρει μόνο πως θα μας χαρακτηρίσουν οι όμοιοί μας κι αυτοί που συμπληρώνουν το παζλ των ίδιων εικόνων που ζούμε κάθε μέρα με απόλυτη συνέπεια!
Όπως απομονώνουμε αυτούς τους "ξένους" απομονώνουμε ταυτόχρονα και τον εαυτό μας. Τον αναγκάζουμε να ζει σε μια συνεχή επανάληψη, όπως τα χάμστερ μέσα στα κλουβιά γυρνάνε άσκοπα γύρω-γύρω τον τροχό της δικής τους μονότονης ζωής. Και όπως αυτός γυρίζει και "ρουφάει" την ενέργειά τους, έτσι κι αυτά κοπιάζουν χωρίς λόγο και χωρίς στόχο. Και ύστερα κοιμούνται αποκαμωμένα σε μια γωνιά, πάνω στο μαλακό τους άχυρο. Το ίδιο κάνουμε κι εμείς οι άνθρωποι. Δεν προλαβαίνουμε να κατανοήσουμε ότι - τα κακόμοιρα τα ποντικάκια - τα κάνουν όλ' αυτά γιατί είναι απομονωμένα σ' ένα κλουβί! Χωρίς άλλα ποντικάκια. Μόνα τους στη μοναξιά τους!
Μέχρι τώρα το "κλουβί" μας το φτιάχνουμε μόνοι μας. Αφύσικα παραμένουμε χωρίς ανθρώπους δίπλα μας. Και όχι μόνο δίπλα, αλλά και μέσα μας! Δεχόμαστε να μας πλησιάσουν μόνο μέχρι λίγο πιο έξω από τον "φράχτη". Μέχρι εκεί συμφωνούμε να μας γνωρίζουν οι άλλοι και υποκρινόμαστε ότι είμαστε ίδιοι μ' αυτούς, ίδιοι με το σύνολο για να είμαστε αποδεκτοί από αυτό. Από εκεί και πέρα όμως, είμαστε μοναδικοί και διαφορετικοί από τους άλλους. Αυτή την διαφορά την "κρατάμε" σφιχτά κλεισμένη μέσα μας και την ξέρουμε μόνο εμείς! Δεν θέλουμε να τη μάθουν οι άλλοι και να καταλάβουν τις αδυναμίες μας, ώστε μετά να γίνουμε ευάλωτοι και εύπλαστοι σε αιχμηρά χέρια!
Αυτός είναι ο λόγος που αγέρωχα απορρίπτουμε τους άλλους. Και τους κρατάμε μακριά. Φταίει η απόσταση που έχουμε από τους ανθρώπους και μετά από λίγο μοναχοί μας, παίρνουμε και πάλι τον δρόμο μας. Τον δρόμο που έχουμε βέβαια χαράξει μόνοι μας, αλλά τον διαβαίνουμε μόνο εμείς κι εαυτός μας. Ο καθένας τον δικό του. Και οι περισσότεροι μόνοι μας!
Η τόλμη χάθηκε, η επανάσταση δεν πέτυχε και τα σπιτάκια απομένουν εγκαταλελειμμένα, με την υγρασία να "τρώει" τους παλιούς τους τοίχους και το κρύο να παραγεμίζει τον αέρα με μια παγωνιά και μια ψυχρότητα που "σπάει" όχι μόνο κόκκαλα, αλλά ακόμα και των νεκρών τις ψυχές!!!
Και όσο κι αν πλησιάζει η άνοιξη - κάθε χρόνο τέτοια εποχή πάντα - ο περίγυρος αυτών των "σπιτιών" θα γεμίζει με μαργαρίτες, αγριολούλουδα, πρασινάδα κι ελπίδα! Ένα βήμα μακριά μας. Τόσο κοντά, που αν απλώσουμε το χέρι μας θα αγγίξουμε τη ζωή!
Αρκεί να ανοίξουμε την "πόρτα" - την διπλοκλειδωμένη - και με μια δρασκελιά θα βρεθούμε στον ανθισμένο περίβολο του σπιτιού!
Το μόνο που χρειάζεται είναι να έχουμε βαρεθεί την άδεια μας καρδιά και τα ανεκπλήρωτα όνειρά μας!
Add comment
Comments